πέρραμος

πέρραμος
πέρρᾰμος, ,
A = βασιλεύς, Hsch.; [dialect] Aeol. for Πρίαμος, Alc.Supp.8.2, EM665.39, etc.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πέρραμος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πέρραμος — ὁ, Α βλ. Πρίαμος …   Dictionary of Greek

  • πέρραμον — πέρραμος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πρίαμος — Μυθικός βασιλιάς της Τροίας, γιος του Λαομέδοντα. Είχε πολλές γυναίκες και ευνοούμενες, μεταξύ των οποίων σημαντικότερη ήταν η Εκάβη. Ήταν πατέρας 50 παιδιών, τα ονόματα των οποίων αναφέρονται σχεδόν όλα από την παράδοση. Νέος ακόμα είδε την… …   Dictionary of Greek

  • Aeolic Greek — For the architectural style, see Aeolic order. Distribution of Greek dialects in the classical period.[1] Western group …   Wikipedia

  • περράμωι — περράμῳ , πέρραμος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”